Στις καπιταλιστικές κοινωνίες κατά τους νεότερους χρόνους αναπτύχθηκε η ιδέα του ανθρώπου-δημιουργού, αντίληψη αντιτιθέμενη στην για χιλιετίες επικρατούσα φιλοσοφία του ανθρώπου- «συντηρητή». Στις προνεωτερικές κοινωνίες της Δύσης δημιουργός ήταν ο θεός και ο ρόλος του ανθρώπου περιοριζόταν στην διατήρηση της κοσμικής τάξης. Η αντίληψη του ανθρώπου ως συντηρητή εναρμονίζεται με την καθημερινή πάλη εναντίον της φθοράς η οποία εκφράζεται ως πραγματικότητα σε όλες τις εκφάνσεις της ανθρώπινης ζωής, από την προετοιμασία της τροφής μέχρι την απομάκρυνση της σκόνης από τα έπιπλα του σπιτιού. Η επικρατούσα αντίληψη της αντικαταστασιμότητας όλων των υλικών πραγμάτων, η οποία αποτυπώνεται ακόμη και στις σύγχρονες προσεγγίσεις για το σώμα, έρχεται σε σύγκρουση με τις αρχές τις βιωσιμότητας, που επιτρέπουν την αρμονική συνύπαρξη του ανθρώπου με το περιβάλλον του.
Η περίοδος που διανύουμε έχει χαρακτηριστεί ως ανθρωπόκαινος, καθώς η ανθρώπινη δραστηριότητα αποτελεί τον κύριο παράγοντα κλιματικής αλλαγής. Ο όρος είναι ευρέως αποδεκτός παρά τις κριτικές και τις αντίθετες απόψεις που εκφράζονται. Κύριο αντεπιχείρημα αποτελεί το γεγονός ότι διαχρονικά η ανθρώπινη δραστηριότητα προκαλούσε περιβαλλοντικές καταστροφές μεγαλύτερης ή μικρότερης κλίμακας. Ωστόσο οι ραγδαίες αλλαγές στον τρόπο ζωής και της σχέσης των ανθρώπων με το περιβάλλον της νεωτερικής κοινωνίας πλέον επιδρούν στην γεωλογία και τα οικοσυστήματα του πλανήτη, με τρόπους που δεν είχαν παρατηρηθεί στο παρελθόν.
Η διαδρομή αυτή διερευνά πρακτικές του παρελθόντος που αναδεικνύουν αρχές βιώσιμης συνύπαρξης του ανθρώπου με το περιβάλλον και βασίζονται στην αντίληψη του ανθρώπου ως συντηρητή και όχι ως δημιουργού.
Στον Αποκόρωνα, περιοχή με ποικιλομορφία στην γεωμορφολογία, πλούσια σε υδάτινους πόρους, εύφορο έδαφος και ευνοϊκές κλιματολογικές συνθήκες η ανθρώπινη δραστηριότητα άνθισε από νωρίς ενσωματώνοντας στο περιβάλλον υλικές μαρτυρίες για την συνύπαρξη του ανθρώπου με το περιβάλλον του.
Σημαντικός άξονας της βιωσιμότητας συνιστά η διαχείριση πόρων και πρακτικών από το κοινωνικό σύνολο (tools to the people). Τα άτομα που κατοικούν μία περιοχή ήταν σε θέση να διαχειρίζονται το περιβάλλον τους σε κοινοτικά πλαίσια. Σημαντικό ρόλο στην διαχείριση των φυσικών πόρων στην περιοχή κατά την προβιομηχανική περίοδο έπαιξε ο κοινοτισμός. Μέσω συλλογικών λύσεων αντιμετωπίστηκε διαχρονικά το πρόβλημα για παράδειγμα των περιορισμένων πόρων νερού που απαντά σε τμήμα της περιοχής του Αποκόρωνα. Τα πηγάδια του Γαβαλοχωρίου και του Παλαιλωνίου κατασκευάστηκαν προκειμένου να εξυπηρετήσουν τις ανάγκες των κοινοτήτων σε πόσιμο νερό αλλά και στην κτηνοτροφία. Κατασκευασμένα σε θέσεις που επέτρεπαν την συλλογή των ομβρίων υδάτων και αποτελούσαν τα σημεία συγκέντρωσης των μελών της κοινότητας για την ύδρευση τους και για το πότισμα των ζώων. Αντίστοιχη λειτουργία είχαν οι κοινοτικές βρύσες, τις οποίες οι κάτοικοι των χωριών επισκέπτονταν καθημερινά για την λήψη των αναγκαίων ημερήσιων ποσοτήτων νερού.
-
-
Πηγάδια στο χωριό Γαβαλοχώρι. Διακρίνονται πηγάδια από διάφορες φάσεις. Τα τσιμεντένια βρίσκονταν σε χρήση μέχρι τους νεότερους χρόνους. (πηγή: Σωτήρης Ζααντιώτης )
-
-
Πηγάδια στο χωριό Παλαιλώνι (πηγή: Σωτήρης Ζαπαντιώτης)
Οι κοινότητες έφεραν και τις γνώσεις για την διαχείριση του δομημένου χώρου. Έτσι αναπτύχθηκαν τοπικές οικοδομικές πρακτικές, οι οποίες βασιζόταν στην χρήση οικοδομικών υλικών από την περιοχή. Μάλιστα στην περιοχή του Αποκόρωνα, σε χωριά όπως ο Κεφαλάς, υπήρχε σημαντική παράδοση πετράδων μαστόρων κατά τους νεότερους χρόνους. Στην Κρήτη αναπτύχθηκαν χαρακτηριστικοί αρχιτεκτονικοί τύποι, που απαντούν στα σημερινά χωριά, οι οποίοι αντλούσαν στοιχεία από το βενετικό και οθωμανικό παρελθόν, από την τεχνογνωσία των τοπικών μαστόρων, από τις δυνατότητες και τους περιορισμούς που έθετε το ντόπιο οικοδομικό υλικό και από τις κατά περιόδους διαφορετικές ανάγκες. Τόσο τα οθωμανικά τζαμιά, οι ναοί της οθωμανικής περιόδου, τα καμαρόσπιτα αλλά και τα βιοτεχνικά κτήρια φέρουν κοινά στοιχεία, διαμορφωμένα στο περιβάλλον του νησιού. Ενδιαφέροντα παραδείγματα παρέχει η σύγκριση των σωζόμενων ελαιοτριβείων του Γαβαλοχωρίου και του Αγίου Γεωργίου στο Καρύδι, όπου διακρίνεται το σύστημα με τις ευρείες καμάρες για την στήριξη της οροφής και τον διαχωρισμό του χώρου σε «δωμάτια». Η ίδια λογική απαντά στο καμαρόσπιτο που φιλοξενεί το Λαογραφικό Μουσείο του Γαβαλοχωρίου. Μία πλατιά καμάρα χωρίζει το σπίτι σε επιμέρους χώρους, όπου λαμβάνουν χώρα οι διαφορετικές δραστηριότητες.